Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2013

Πώς να σωθεί ο «υπερήρωας»;




Υπάρχουμε και κάποιοι που είχαμε την τύχη να υπάρξουν στη ζωή μας υπερήρωες.

Αυτοί που ήταν πάντα εκεί για εμάς, που τα ήξεραν όλα ή τουλάχιστον εμείς νομίζαμε πως τα ήξεραν. Που τα έκαναν όλα πριν από εμάς για εμάς. Που έβρισκαν όλες τις λύσεις. Που ήξεραν να μας στηρίζουν. Να μας σηκώνουν. Να μας πιάνουν από το χέρι και να προχωράμε.

Ήταν αυτοί που ό,τι κι αν παθαίναμε, σε αυτούς τρέχαμε. Να μας γλιτώσουν, να μας σώσουν, να μας κάνουν καλά, να μας παρηγορήσουν, να μας δείξουν νέο δρόμο, να πάρουμε λίγο από τη δύναμή τους.

Ήταν αυτοί που δε σταματούσαν ποτέ. Δεν ξεκουράζονταν. Δεν κοιτούσαν τον εαυτό τους. Δε ζητούσαν βοήθεια.

Ήταν αυτοί που ήταν για όλους,  και για εκείνους ποιος; Συνήθως ο κανένας.

Ήταν αυτοί που τους είχαμε στο μυαλό μας ως ανθεκτικούς, παντοδύναμους και αιώνιους.

Ήταν αυτοί που δε σηκώσαμε τα βάρη τους, ούτε για λίγο.

Ήταν αυτοί που κάποια στιγμή κλάταραν.
Άδειασαν. Κουράστηκαν. Δεν τραβούσαν άλλο.

Τους είδαμε να χάνουν τις δυνάμεις τους και παγώσαμε.
Να αρρωσταίνουν κι αποσυντονιστήκαμε.
Να φλερτάρουν με τον θάνατο και χάσαμε την μπάλα.
Όσο πιο δυνατός είναι ο άλλος στα μάτια μας, τόσο πιο μεγάλο το σοκ όταν τον δούμε πληγωμένο και αδύναμο.
Κι όμως , ναι, κι οι βράχοι σπάζουν.

Μας κοίταξαν στα μάτια και μας παρέδωσαν την μπέρτα τους.
«Πάρτην, βάλτην, πέτα την, καύτην, εγώ άλλο δεν μπορώ. Τελείωσα. Κάτσε εδώ και κοίτα με να φεύγω. Δε θέλω να με σώσεις. Δεν ξέρω κι αν μπορείς. Κουράστηκα, πώς το λένε; Δε θέλω άλλο. Θέλω να κλείσω τα μάτια και να πάψω να πονάω. Αυτό μόνο. Μπορείς να το δεχτείς; Μπορείς να με βοηθήσεις;»

Πώς να δεχτείς πως ο υπερήρωας σου αγάπησε τελικά το θάνατο περισσότερο από τη ζωή;
Θα μου πεις, κάποια στιγμή όλοι θα πεθάνουν.
Μα πεθαίνουν κι οι υπερήρωες;
Κι όταν πεθαίνουν, γιατί να μη φεύγουν την ώρα της μάχης, μια κι έξω;

Ίσως γιατί δεν έμαθαν να χάνουν μάχες από άλλους. Μόνο από τον ίδιο τους τον εαυτό.

Και πώς να σώσεις τον υπερήρωα που αποφάσισε να φύγει με όποιο κόστος;

Δε θα τον σώσεις. Στο λέω εγώ.
Θα κάτσεις απλώς δίπλα του και θα κάνεις αυτά που θα σου πει.
Γιατί του χρωστάς.
Θα κάτσεις απλώς δίπλα του και σε λίγες ώρες θα μεγαλώσεις τόσο πολύ, που θα νομίζεις πως είσαι πιο γέρος κι από τον Μαθουσάλα.

Πότε γερνάμε ξέρεις;
Όταν πάψουμε πια να πιστεύουμε στους παιδικούς μας ήρωες.
Όταν δούμε πως κι οι υπερήρωες είναι θνητοί, αλλά για την αγάπη των άλλων κατάφεραν ακόμα κι όσα δεν μπορούσαν.

Το «αν» όμως θα σου μείνει.
Αν είχες βάλει κι εσύ μια μπέρτα όταν έπρεπε, κι είχες βοηθήσει, αντί να περιμένεις να σε βοηθήσουν...
Αν τα είχες πάρει όλα τα βάρη εσύ;
Μήπως ο ήρωάς σου έπαιρνε κάποια παράταση;

Και τελικά πρέπει να είναι υπερήρωας ο άλλος ή ζωντανός;
Αν ήταν λιγότερο δυνατός κι ικανός, θα τον είχες λιγότερο αγαπήσει;

Τίνα Βάμβουρα