Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2012

Θαμμένες μνήμες



Ξυπνάς μέσα στη νύχτα από ένα όνειρο πως ήσουν ακόμα παιδί στη γειτονιά κι έπαιζες αμέριμνα. Ήταν καλοκαίρι, βράδυ , τα φώτα στους δρόμους είχαν ανάψει, εσύ ήσουν λουσμένη στον ιδρώτα ανάμεικτο με χώμα, αίματα, καρούμπαλα, γρατζουνιές κι όμως συνέχιζες τον πετροπόλεμο με πάθος. Σα να μην υπήρχε αύριο. Σα να έπρεπε σε αυτή την μάχη να νικήσεις οπωσδήποτε.

Στα χρόνια που ακολούθησαν, ποτέ δεν έδωσες τόσο πάθος στις μάχες. Πάντα άφηνες να σε κερδίζουν. Ίσως οι άλλοι το είχαν περισσότερο ανάγκη. Ίσως και κάπου να ‘χασες το πάθος μέσα στην καθημερινότητα. Ίσως και η θέση σου να είναι πάντα με τους χαμένους , που συμπαθείς , ταυτίζεσαι και θες να προστατεύεις. Ευκαιρίες για περισσότερες χαμένες μάχες… Να προστατέψεις εσύ; Που δεν ξέρεις πώς να προστατέψεις τον ίδιο σου τον εαυτό…

Ο τόπος μύριζε νυχτολούλουδο και βρεγμένο χορτάρι. Αν κλείσεις τα μάτια, ακόμα αυτές οι μυρωδιές σου έρχονται τόσο έντονα, σα να είσαι ακόμα εκεί κι ας βρίσκεσαι δεκαετίες μετά. Είναι σα να ακούς την μάνα σου να φωνάζει από μακριά, γιατί έπρεπε να είχες γυρίσει εδώ και δύο ώρες. Κι όμως είσαι ακόμα έξω και παίζεις. Αξίζει το βρισίδι και οι φάπες που θα φας όταν γυρίσεις.

Ξύπνησες. Ακόμα δεν έχει χαράξει. Περνώντας μπροστά από τον καθρέφτη , κόντεψες να βάλεις τις φωνές. «Ποιά είναι αυτή; Ποια είναι αυτή μέσα στο σπίτι μου; Εγώ; Όχι κάποιο λάθος κάνετε. Εγώ είμαι ακόμα τόσο μικρή. Τόσο ατσαλάκωτη. Αυτήν εδώ δεν την αναγνωρίζω. Ίσως μοιάζουμε λιγάκι στις ρυτίδες έκφρασης. Ίσως κι αυτή να έκλαιγε και να γελούσε έντονα κι έτσι τυχαία να σταμπάρισε το δέρμα της στα ίδια σημεία. Αλλά δεν είναι εγώ. Ή μήπως είναι; Αλλά τα μάτια της. Αυτό το βλέμμα είναι ακατανόητο… Τι είδε κι έγινε έτσι;»

Ποια ήσουν; Ποια έγινες; Τι είσαι πια; Τι θα γίνεις; Έχει σημασία; Μπορείς να το πάρεις πάλι όλο από την αρχή; Να γίνεις μία άλλη; Αλήθεια ξέρεις τι θέλεις να είσαι;

Τόσες ερωτήσεις αναπάντητες. Γιατί πρέπει να δοθούν απαντήσεις; Γιατί να μην αφήσεις τον χρόνο να κυλήσει; Να δεις το μέλλον τι επιφυλάσσει για σένα. Το κάνεις τόσο καλά όλα αυτά τα χρόνια.

Το μόνο που θα ήθελες είναι η σιωπή στο μυαλό και στην ψυχή. Η ησυχία. Να μη σηκώνονται ξαφνικά θαμμένες μνήμες. Να τις βγάζεις εσύ, μόνο τις καλές, όταν είναι η ώρα να αναπολήσεις και να πέσεις να κοιμηθείς με ένα χαμόγελο. Ένα αμφιλεγόμενο χαμόγελο, γλυκόπικρο. Για όσα ωραία πέρασαν και δε θα ξαναρθούν. Αλλά που έχουν τον τρόπο να σε νανουρίζουν και να σου αφήνουν την ελπίδα πως έστω δεν θα τα ξαναζήσεις, όμως θα τα ξαναδείς στο όνειρο.

Να μπορείς να κλείνεις  με τον μαγικό διακόπτη το μυαλό και το συναίσθημα από όσα δε θες να θυμάσαι. Να μην μπορείς να βρεις τα σημάδια από τις πληγές. Να έχεις ξεχάσει το πώς τραυματίστηκες και ποιος ευθύνεται, αν υπάρχει κάποιος άλλος υπεύθυνος εκτός από εσένα. Το ξέρεις άλλωστε, πως παθαίνουμε κυρίως μόνο όσα αφήνουμε να μας συμβούν…

Να μπορείς να μην περιμένεις το λυτρωτικό φως της χαραυγής για να κλείσεις τα μάτια. Οι μπαμπούλες σου στην ουσία δε σκορπίζουν στο πρώτο φως της ημέρας. Απλώς πέφτουν πριν από εσένα για ύπνο. Θα τα ξαναπείτε σύντομα…

Τίνα Βάμβουρα








(την τεχνολογία μου και την ασχετοσύνη μου μέσα... δεν μπορώ να ανεβάσω το βίντεο με τον Χαρούλη, που τον προτιμώ http://www.youtube.com/watch?v=Ymg21koAY9Y
αλλά πού θα πάει, κάποια μέρα θα την βρω την άκρη...)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου